Λεξικό Βορειοηπειρωτικής διαλέκτου
Ταξινόμιση: αλφαβητικά | συγγραφέας | ημερομηνία | |
γράδα = μοίρες zervati.gr
γραβάλα = τσουγκράνα Kyriakos
γουριάζω = ουρλιάζω Ανδρέας
γουργούλι = πειραχτήρι zervati.gr
γουργιατό = ουρλιαχτό zervati.gr
γούρα = λακούβα zervati.gr
γούβα = τρύπα στη γη zervati.gr
Γόνη = υποκ. της Αντιγόνης zervati.gr
γομαράγκαθο = φυτό με αγκάθια που τρώγεται από τα γαϊδούρια zervati.gr
Γόλης = υποκ. του Γρηγόρη zervati.gr
γνέμμα = κλωστή Ανδρέας
γνέθω = στρίβω με τα δάχτυλα το μαλλί μετατρέποντας το σε νήμα zervati.gr
γλούπος = στόμιο zervati.gr
γλογγιά = αγκαθοτώς θάμνος zervati.gr
γλίστρα = σκουλήκι της γης zervati.gr
γλέντι = πανυγήρι, συνεστίαση zervati.gr
γκροθιάρης = μικροκαμωμένος Kyriakos
γκριτζί = εξόγκωμα ξύλου Ανδρέας
γκριτζάπος = 1) όταν κάποιος είναι αγρίμι 2) λέμε τα αγοροκόριτσα Kyriakos
γκριμπούρι = σμήνος Ανδρέας
γκριμπούνι = χοντροκέφαλος, ισχυρογνώμων. zervati.gr
γκριμπόνα = μεγάλη τρύπα zervati.gr
γκριμπιτζόνα = πολύ μεγάλη τρύπα Ανδρέας
γκριμπάτσι = υπερβολικό δάρσιμο zervati.gr
γκρίμπαλο = χαλασμένο, κούφιο Kyriakos
γκριμάδι = παλιό σπίτι,χαλασμένο σπίτι Ανδρέας
γκριμάδι = συντρίμμι zervati.gr
γκριλώνω = γουρλώνω zervati.gr
γκριλότσης = γουρλομάτης Kyriakos
γκριλιάντζος = λάρυγγας Ανδρέας
γκρίκα = λάρυγγας Ανδρέας
γκουτζιούπι = κομμένο δέντρο που εχει ξεραθεί Kyriakos
γκουτζιουβέλι = μικρό παιδί Ανδρέας
γκουτζιά = αρκετά Ανδρέας
γκουτζέλι = σπιτόσκυλο zervati.gr
γκουστέρα = σαύρα zervati.gr
γκούσια = το σημείο κάτω από το σιαγόνι zervati.gr
γκουντουλιάρα = επιφάνεια σχετικά λείων βράχων με θετική κλίση προς το έδαφος zervati.gr
γκούντουλα τα μπίντιλα = κατρακυλιζόμενο zervati.gr
γκουμένης = όνομα για σκύλους zervati.gr
γκουλάστρα = το πηχτό γάλα μετά τη γέννα από τα αιγοπρόβατα Kyriakos
γκουζινιέτα = ρουλεμαν zervati.gr
γκουγκουφτού = είδος πουλιού (πήρε το όνομά του από τον ήχο του) zervati.gr
γκουγκούσης = μοναχικός zervati.gr
γκότσι = παίρνω κάποιον στην πλάτη Σπύρος
γκοτζόλα = κουράδα Kyriakos
γκότζες = τρίχες, μπούρδες Kyriakos
γκορτσολέμικο = πουλί χωρίς πούπουλα στο λαιμό zervati.gr
γκορτσοκέφαλος = 1) κουρεμένος με την ψηλή 2) καραφλός zervati.gr
γκόρτσα = άγρια αχλάδια zervati.gr
γκορόμηλα = άγρια μήλα zervati.gr
γκόμσιες = χαζός, βλάκας Ανδρέας
γκομπούρας = χοντροκέφαλος, αυτός που δεν του κόβει Alexandra
γκομπλίτσα = δοχείο στο οποίο πίνουν νερό τα γουρούνια, αποκαλούμε έτσι και τους κεφάλες zervati.gr
γκομπίλας = άκομψος zervati.gr
γκολφ = ζιβάγγο zervati.gr
γκογκοζιάρες = κόκκινες πιπεριές τουρσί zervati.gr
γκοβόλας = χαζός Σπύρος
γκλιγκάτσα = φυτό με έντονη δυσοσμία zervati.gr
γκλάφας = βλάκας, ηλίθιος zervati.gr
γκλαμπόφτης = αφτιάς zervati.gr
γκλάμπας = χαζός Ανδρέας
γκλαμανάω = μιλάω πολύ, λέω βλακείες Ανδρέας
γκλάβανος = πολυλογάς, φωνακλάς Kyriakos
γκλάβανη = καταπακτή zervati.gr
γκισγκίνι = ταχύτατα Ανδρέας
γκιούμι = δοχείο μεταφοράς νερού zervati.gr
γκιόσα = γίδα με 2 καφέ λωρίδες στο πρόσωπο Ανδρέας
γκιόξι = στήθος zervati.gr
γκιόλι = βρεγμένος Βαγγέλης
γκιμί = μικροκαμωμένος και άσχημος Kyriakos
γκιζοκαμένο = αδύναμο παιδί χωρίς πολλές αντοχές Kyriakos
γκιζεροθύρης = αυτός που τριγυρνάει από σπίτι σε σπίτι Kyriakos
γκιζεράω = τριγυρνάω zervati.gr
γκίζα = ανθότυρο, μυτζήθρα Kyriakos
γκιβέτσι = είδος ταψιού Kyriakos
γκζιχώνω = σκάβω Ανδρέας
γκέτες = καλσόν zervati.gr
γκέρτζιος = γερασμένος γάιδαρος Σπύρος
γκάχας = βλάκας zervati.gr
γκαστώνω = πυρώνομαι στη φωτιά Kyriakos
γκάσγκανος = πειραχτήρι Ανδρέας
γκαρόσια = τα ζουμιά της ελιάς εκτός του λαδιού Kyriakos
γκαρνέτο = κλαρίνο zervati.gr
γκάρμπα = η γριά γίδα (λέμε και τη γυναίκα μεγάλης ηλικίας) Kyriakos
γκαργκάλι = σαράβαλο Kyriakos
γκάρα = αγώνας δρόμου zervati.gr
γκαντιφές = κοτλέ zervati.gr
γκάνιος = αυτός που γκαρίζει ή κλαίει με χοντρή φωνή Kyriakos
γκαμπέλης = γύφτος zervati.gr
γκαλίτσι = αρπακτικό (π.χ. τσακάλι) zervati.gr
γκαίμια = τα σκοινιά με τα οποία οδηγούμε το άλογο zervati.gr
γκαζντάρι = μικρό σπιτάκι (περιφρονητικά) ή αποθήκη zervati.gr
γκαζιάκι = κοντό παιδί, μικροκαμωμένο Kyriakos
γκαζιά = δέντρο του οποίου οι καρποί τρώγονται zervati.gr
γκάζια = ο καρπός της γκαζιάς zervati.gr
γκάζι = πετρέλαιο zervati.gr
γκαζερό = δοχείο μεταφοράς πετρελαίου για τη γκαζέρα zervati.gr
γκαζέρμα = αποθήκη, κυρίως στρατιωτικού υλικού zervati.gr
γκαζέρα = μαγειρικο σκεύος που λειτουργει με πετρελαιο zervati.gr
< 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17 >
Με απόλυτο σεβασμό στις ρίζες, στην παράδοση και στη σημασία αυτών των λέξεων.
Ποιο πιστεύετε ότι έχει τη μεγαλύτερη προτεραιότητα για το χωριό μας;
Ο δρόμος ή η ύδρευση;
Μόνο τα μέλη ψηφίζουν
Επισκέπτες: 1
Εγγεγραμμένοι: 0
booked.net
Στο www.eleftherohori.gr χρησιμοποιούμε cookies!
Χρησιμοποιούμε cookies για να μην χρειάζεται κάθε φορά να κάνετε σύνδεση (login) στο site μας,
πατώντας "Αποδοχή" θα αποθηκευτούν με κρυπτογράφηση στη συσκευή σας τα στοιχεία εισόδου σας για 1 έτος.
Αποδοχή